Γνωρίσματα της εξουσιαστικής γλώσσας


Η εξουσία ασκείται με το λόγο περισσότερο απ’ ό,τι με τη φυσική επιβολή και την τεχνική υπεροχή. Η εξουσία ασκείται σε μεγάλο βαθμό με τις ιδέες, άρα με τη γλώσσα, με τις λέξεις. Αν όμως μπορεί η εξουσία να ασκείται με τις λέξεις, τότε οι λέξεις έχουν δική τους δύναμη. Υπάρχουν λέξεις με αυτόνομη δύναμη. Λέξεις που αρκεί να προφερθούν και αποχτάει όνομα το αβάφτιστο βρέφος, γίνονται σύζυγοι ο Γιάννης και η Μαρία, οδηγείται στη φυλακή ο κατηγορούμενος.
            Ωστόσο δεν είναι μόνο το ρήμα «σας ευλογώ» που αρκεί να προφέρει ο Πάπας και η θεία χάρη κατεβαίνει στις κατάμεστες πλατείες, είναι και λέξεις όπως «έθνος», «δημοκρατία», «σοσιαλισμός», «παράδοση», «δικαιοσύνη» που περιέχουν και ασκούν εξουσία. Κανένας όμως δεν θα μπορούσε να δώσει ένα όνομα σ’ ένα μωρό βυθίζοντάς το σε μια σκάφη ή έστω στον Ιορδάνη ποταμό και προφέροντας τις κατάλληλες λέξεις. Κανένας δεν μπορεί να «κηρύξει τον πόλεμο», απλώς λέγοντας ότι τον κηρύττει, αν δεν κατέχει κάποιον κοινωνικό τίτλο που αυτόματα κάνει τον λόγο του κήρυξη πολέμου. Για να είναι ο λόγος πράξη πρέπει ο ομιλητής να έχει την αρμοδιότητα να προφέρει την κατάλληλη λέξη. Μ’ άλλα λόγια, ο λόγος αποτελεί πράξη επειδή ο πομπός είναι εκπρόσωπος της κοινωνικής εξουσίας.
            Οι εκπρόσωποι των εξουσιών κάνουν όχι μόνον χρήση αλλά και κατάχρηση της γλωσσικής δύναμης και νομιμότητας που απορρέει από τη θέση τους, μετατρέποντας τη γλώσσα σε όπλο για την άσκηση βίας και εξουσίας. Την κατάχρηση αυτή θα την ονομάσουμε ιδεολογική γλώσσα. Είναι ορισμένη μορφή που πριν απ’ όλα παραβιάζει τη θεμελιακή λειτουργία του λόγου, την επικοινωνία, πετυχαίνοντας την επιβολή της σιωπής στο δέκτη. Δεν είναι τόσο «γλώσσα» όσο χειρισμός της γλώσσας, χειρισμός που επιτρέπει στον πομπό να ασκεί εξουσία και βία με το λόγο. Χειρισμός της γλώσσας που παραβιάζει τη θεμελιώδη λειτουργία της επικοινωνίας, γιατί επιβάλλοντας τη σιωπή στο δέκτη καταστρέφει την πολικότητα του λόγου και παράγει στη θέση του τον εξουσιαστικό μονόλογο.
            Η ιδεολογική γλώσσα έχει ορισμένα χαρακτηριστικά που έχουν έντονη επίδραση στους δέκτες γιατί παράγουν λανθάνοντα νοήματα που κάνουν τα ρητά μηνύματα εκβιαστικά για τους δέκτες, επιβάλλοντας τη σιωπή και προστατεύοντας τον πομπό από το λογικό χειρισμό των νοημάτων, δηλαδή την κριτική. Πρόκειται για χαρακτηριστικά που εμφανίζονται συχνά στο λόγο των εκπροσώπων κάθε μορφής εξουσίας, πολιτικής ή μορφωτικής και προσδίδουν στον πομπό εγκυρότητα και νομιμότητα, χωρίς αυτή να πηγάζει από το περιεχόμενο των λεγομένων του αλλά από τον τρόπο χειρισμού της γλώσσας.
            Ο ιδεολογικός λόγος λοιπόν είναι:


α. Πληθωρικός: Πληθωρική είναι η γλώσσα που χρησιμοποιεί πολλά συνώνυμα, χαρακτηρίζεται από μεγάλη συχνότητα ορισμένων τύπων όπως επιθετικοί προσδιορισμοί, προθέσεις και επιρρήματα, από μακριές περιόδους και συντακτική περιπλοκή, από εξεζητημένη συντακτική δομή, από ρητορικές επαναλήψεις, μεγαληγορία και συνεχείς περιφράσεις. Έτσι δημιουργείται νοηματική ασάφεια και ακυριολεξία. Ο λεκτικός πληθωρισμός στη διαφήμιση είναι εύκολο να εντοπιστεί. Π.χ «υπεραριστούργημα», ένα λεκτικό τέρας που μετατρέπει το συγκεκριμένο επίθετο σε κραυγή, σε θαυμαστικό επιφώνημα.
            Στον πολιτικό λόγο είναι πιο δυσδιάκριτο το φαινόμενο. Εκεί είναι συχνότεροι οι πλεονασμοί, η κατάχρηση συνωνύμων, η βεβαιωτική διατύπωση και η μεγαλοστομία. Ο πληθωρισμός του πολιτικού λόγου παγιδεύει τον δέκτη κυρίως συναισθηματικά και ηθικά με το μέγεθος και το βάρος των αξιών που προβάλλει. Οι λέξεις που χρησιμοποιεί δεν έχουν μόνο ηθικό βάρος, αλλά αποτελούν και αξίες με τεράστιο κοινωνικό κύρος (έθνος, δημοκρατία, λαός, ελεύθερος κόσμος, πατρίδα, επανάσταση).
            Η  επιστημονική γλώσσα καταφεύγει συχνά σε καθαρευουσιάνικη σύνταξη και προστρέχει στην επισημότητα αρχαιοπρεπών στοιχείων. Συστηματικά χρησιμοποιεί λέξεις σπάνιες και αδιαφανείς, λέξεις της αρχαίας ελληνικής, αλλά και νεολογισμούς που θαμπώνουν το δέκτη.

β. Αξιολογικός: Ο ιδεολογικός λόγος δεν είναι πάντοτε πληθωρικός είναι όμως οπωσδήποτε αξιολογικός. Τα μηνύματα έχουν τη μορφή της αλήθειας και όχι της πληροφορίας. Το μήνυμα π.χ διατυπώνεται στην ευκτική ή την προστακτική και εισάγεται με βεβαιωτικές προτάσεις (εισάγεται με το «πρέπει»). Περιέχει διατυπώσεις που αποκλείουν την αμφισβήτηση, υποκαθιστά τα τεκμήρια με ηθικές κατηγορίες (εντιμότητα, απουσία φανατισμού, καλή πρόθεση κ.α) είτε με αρετές (ευφυΐα, γνώσεις, συνείδηση της πραγματικότητας κ.α), στηρίζεται σε λέξεις αξίες και όχι σε επιχειρήματα και αποδείξεις, άρα περιέχει λανθάνουσα την ηθική καταδίκη του δέκτη που ενδέχεται να διαφωνήσει. Χάρη σε λέξεις αξίες, λέξεις ταμπού μπορεί το μήνυμα να περιέχει κραυγαλέα αντίφαση και να γίνεται δεκτό σαν συλλογισμός, μπορεί να περιέχει ταυτολογία, ανακολουθία, ακόμα και παραλογισμό κι αυτό να μη γίνεται αντιληπτό. Η «σωτηρία του έθνους» για παράδειγμα είναι τέτοια παγίδα που απαγορεύει το λογικό και νοηματικό χειρισμό. Δεν μπορεί ο δέκτης να της βάλει ερωτηματικό χωρίς να ταυτιστεί αυτόματα με την ιεροσυλία. Δεν μπορεί να ρωτήσει «γιατί» ή να ζητήσει να αποδειχτεί η αναγκαιότητα της «σωτηρίας», χωρίς να ταυτιστεί με τον Εφιάλτη.

γ. Συμφυρματικός: Κατασκευάζει μίγματα γλωσσικά ή νοήματα αθέμιτα, που εμποδίζουν την κατανόηση και την κριτική αντιμετώπιση του μηνύματος. Συνδέει μεταξύ τους έννοιες που αλληλοαναιρούνται νοηματικά και λογικά, κατασκευάζοντας νοηματικά τέρατα, λέξεις σύνθετες που αποκλείει η μία την άλλη. Από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις είναι ο λόγος των ηγετών του ναζισμού. Η ναζιστική εξουσία ένωσε τα αντίθετα στο λόγο της. Στήριξε την προπαγάνδα της στην καταγγελία του κεφαλαίου και της κεφαλαιοκρατίας, ενώ συνεργάστηκε στενά με το μεγάλο χρηματιστικό κεφάλαιο, αλλά εμπόδισε την κατανόηση της αντίφασης ταυτίζοντας το κεφάλαιο με του λίγους εβραίους τραπεζίτες. Χρησιμοποίησε τη λέξη «επανάσταση», που ανήκε στην ευρωπαϊκή αριστερά, ενώνοντάς την με τον εθνικισμό και τη συντηρητική ιδεολογία της πιο αντιδραστικής γερμανικής δεξιάς. Οικειοποιήθηκε το επίθετο «σοσιαλιστικός», ενώνοντάς το με το ακριβώς αντίθετο την εποχή εκείνη «εθνικός». Έφτιαξε έτσι λεκτικά τέρατα όπως «εθνικοσοσιαλισμός», «συντηρητική επανάσταση» και κατασκεύασε το σύνθημα «Δεν είναι προδοσία να προδίδεις τους προδότες» ή «η εργασία απελευθερώνει». Η  κατάργηση των σημασιών αποδείχτηκε όσο ποτέ άλλοτε στην ιστορία πόσο επικίνδυνη κοινωνικά είναι. Από νοηματικά, από λεκτικά, τα τέρατα έγιναν πολιτικά και η εκτελεστική εξουσία έγινε εκτελεστική στην κυριολεξία.

δ. Ευφημιστικός: Με την ευφημιστική γλώσσα ο ομιλητής προσδίδει στον εαυτό του αναντίρρητο κύρος, κάνει άτρωτα τα μηνύματά του, μεταμφιέζοντάς τα σε αναμφισβήτητα και απαλλάσσεται από την υποχρέωση να τα τεκμηριώσει με αποδείξεις. Όλοι οι δικτάτορες στην ιστορία του κόσμου ονόμασαν τον εαυτό τους «οδηγό», «σωτήρα», «πατέρα»,  οι πιο στυγνοί αυτοπροβλήθηκαν σαν «μετριοπαθείς», «αφανάτιστοι» και «προσωρινοί».

Άννα Φραγκουδάκη, Γλώσσα και Ιδεολογία

Δεν υπάρχουν σχόλια: